Βιάζομαι στα ρουμανικά

Μετάφραση: βιάζομαι, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
grabă, grăbește, se grăbească
Βιάζομαι στα ρουμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βιάζομαι

βιάζομαι να μεγαλώσω, vito βιάζομαι, βιάζομαι αρχαία, βιάζομαι αρχικοί χρόνοι, ονειροκριτης βιάζομαι, βιάζομαι λεξικό γλώσσας ρουμανικά, βιάζομαι στα ρουμανικά

Μεταφράσεις

  • βερνικώνω στα ρουμανικά - lac, polonez, poloneză, lustruire, polish, Olandeza Poloneza
  • βηματίζω στα ρουμανικά - măsură, treaptă, pas, colinda, distanță între picioare, pas lung, mers cu pași mari
  • βιαιοπραγία στα ρουμανικά - viol, asalt, ataca, baterie, acumulator, bateriei, a bateriei, ...
  • βιασμός στα ρουμανικά - viol, rapiță, violul, de rapiță, violului
Τυχαίες λέξεις
Βιάζομαι στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: grabă, grăbește, se grăbească