Βιάζομαι στα τούρκικα

Μετάφραση: βιάζομαι, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
acele, acele et, çabuk, acele edin, çabuk ol
Βιάζομαι στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βιάζομαι

βιάζομαι να μεγαλώσω, vito βιάζομαι, βιάζομαι αρχαία, βιάζομαι αρχικοί χρόνοι, ονειροκριτης βιάζομαι, βιάζομαι λεξικό γλώσσας τούρκικα, βιάζομαι στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • βερνικώνω στα τούρκικα - cila, vernik, lehçe, Polonya, cilası, Polonyalı
  • βηματίζω στα τούρκικα - tedbir, basamak, adım, uzun adımlarla yürümek, stride, bir adımlık mesafe, atlayarak geçmek, ...
  • βιαιοπραγία στα τούρκικα - saldırı, saldırmak, pil, akü, batarya, pilin, pili
  • βιασμός στα τούρκικα - kolza, tecavüz, kanola, rape, tecavüzün
Τυχαίες λέξεις
Βιάζομαι στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: acele, acele et, çabuk, acele edin, çabuk ol