Βιάζομαι στα γερμανικά

Μετάφραση: βιάζομαι, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
beeilung, sausen, eilfertigkeit, eilen, beeilen, hast, rasen, schnell, eile, Eile, sich beeilen
Βιάζομαι στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βιάζομαι

βιάζομαι να μεγαλώσω, vito βιάζομαι, βιάζομαι αρχαία, βιάζομαι αρχικοί χρόνοι, ονειροκριτης βιάζομαι, βιάζομαι λεξικό γλώσσας γερμανικά, βιάζομαι στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • βερνικώνω στα γερμανικά - lackfarbe, lack, firnis, lackieren, Politur, polieren, Poliermittel, ...
  • βηματίζω στα γερμανικά - schritt, stufe, treppe, fußspur, staffel, ablaufschritt, vorkehrung, ...
  • βιαιοπραγία στα γερμανικά - angriff, vergewaltigung, körperverletzung, attackieren, angreifen, ansturm, Batterie, ...
  • βιασμός στα γερμανικά - raubwirtschaft, raub, raps, vergewaltigung, vergewaltigen, Vergewaltigung, Raps, ...
Τυχαίες λέξεις
Βιάζομαι στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: beeilung, sausen, eilfertigkeit, eilen, beeilen, hast, rasen, schnell, eile, Eile, sich beeilen