Δανείζω στα ρουμανικά

Μετάφραση: δανείζω, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
împrumuta, da, împrumute, imprumuta, acorda
Δανείζω στα ρουμανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δανείζω

δανείζω english, δανείζω ετυμολογία, δανείζω βικιλεξικο, δανείζω χρήματα, δανείζω ρήμα, δανείζω λεξικό γλώσσας ρουμανικά, δανείζω στα ρουμανικά

Μεταφράσεις

  • δαμάσκηνο στα ρουμανικά - prun, prună, prune, de prune, de prun
  • δανείζομαι στα ρουμανικά - împrumuta, împrumute, imprumuta, imprumute, a împrumuta
  • δανειζόμενος στα ρουμανικά - împrumutat, debitor, împrumutatului, debitorului, creditată
  • δανεισμός στα ρουμανικά - împrumut, de împrumut, dobânzii aferente creditului, împrumuturi, împrumuturile
Τυχαίες λέξεις
Δανείζω στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: împrumuta, da, împrumute, imprumuta, acorda