Δανείζω στα λετονικά
Μετάφραση: δανείζω, Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λετονικά
Μεταφράσεις:
aizņemties, aizdot, sniegt, aizdod, aizdevumus, piešķirtu
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δανείζω
δανείζω english, δανείζω ετυμολογία, δανείζω βικιλεξικο, δανείζω χρήματα, δανείζω ρήμα, δανείζω λεξικό γλώσσας λετονικά, δανείζω στα λετονικά
Μεταφράσεις
- δαμάσκηνο στα λετονικά - plūme, plūmju, plūmes, plum, plūmju krāsas
- δανείζομαι στα λετονικά - aizņemties, aizņemas, aizņemtos, jāaizņemas, aizņēmumus
- δανειζόμενος στα λετονικά - aizņēmējs, aizņēmējam, aizņēmēja, aizņēmēju, aizdevuma ņēmējs
- δανεισμός στα λετονικά - aizdevums, aizņēmums, aizņemties, aizdot, aizņemšanās, aizņēmumu, aizņēmumi, ...
Τυχαίες λέξεις
Δανείζω στα λετονικά - Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Μεταφράσεις: aizņemties, aizdot, sniegt, aizdod, aizdevumus, piešķirtu
Μεταφράσεις: aizņemties, aizdot, sniegt, aizdod, aizdevumus, piešķirtu