Αρχαιολόγος στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: αρχαιολόγος, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
археолог, археологот, археолог од, археолози
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αρχαιολόγος
αρχαιολόγος σπυρόπουλος, αρχαιολόγος θέσεις εργασίας, αρχαιολόγοσ καρκαβίτσασ, αρχαιολόγος ορισμός, αρχαιολόγος εργασία, αρχαιολόγος λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, αρχαιολόγος στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- αρχαιολογία στα σλαβομακεδονικά - археологија, археологијата, археолошката, археолошки
- αρχαιολογικός στα σλαβομακεδονικά - археолошки, археолошките, археолошка, археолошко, археолошкиот
- αρχαιότητα στα σλαβομακεδονικά - антиката, антика, древност, древноста, античко
- αρχηγός στα σλαβομακεδονικά - главен, шефот на, шефот, главниот, шеф
Τυχαίες λέξεις
Αρχαιολόγος στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: археолог, археологот, археолог од, археолози
Μεταφράσεις: археолог, археологот, археолог од, археолози