Αρχαιολόγος στα σουηδικά

Μετάφραση: αρχαιολόγος, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
arkeolog, arkeologen, arkeologens
Αρχαιολόγος στα σουηδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αρχαιολόγος

αρχαιολόγος σπυρόπουλος, αρχαιολόγος θέσεις εργασίας, αρχαιολόγοσ καρκαβίτσασ, αρχαιολόγος ορισμός, αρχαιολόγος εργασία, αρχαιολόγος λεξικό γλώσσας σουηδικά, αρχαιολόγος στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • αρχαιολογία στα σουηδικά - arkeologi, arkeologin, archaeology
  • αρχαιολογικός στα σουηδικά - arkeologisk, arkeologiskt, arkeologiska, Archaeological
  • αρχαιότητα στα σουηδικά - antiken, forntid, forn, antikens, antika
  • αρχηγός στα σουηδικά - ledare, chief, chef, chefs, chefen
Τυχαίες λέξεις
Αρχαιολόγος στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: arkeolog, arkeologen, arkeologens