Ουσιαστικός στα σουηδικά

Μετάφραση: ουσιαστικός, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
gedigen, solid, stadig, fast, betydande, väsentlig, omfattande, avsevärd, väsentligt
Ουσιαστικός στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ουσιαστικός

ουσιαστικός αγγλικά, ουσιαστικόσ english, ουσιαστικός νόμος, ουσιαστικός συνώνυμα, ουσιαστικός στα αγγλικά, ουσιαστικός λεξικό γλώσσας σουηδικά, ουσιαστικός στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • ουσιαστικά στα σουηδικά - väsentligen, huvudsak, huvudsakligen, i huvudsak, väsentligt
  • ουσιαστικό στα σουηδικά - substantiv, subst, noun, substantivet
  • ουσιώδης στα σουηδικά - vital, viktig, oumbärlig, väsentlig, grundläggande, väsentligt, väsentliga, ...
  • οφείλω στα σουηδικά - skyldig, är skyldig, skyldiga, är skyldiga, tacka
Τυχαίες λέξεις
Ουσιαστικός στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: gedigen, solid, stadig, fast, betydande, väsentlig, omfattande, avsevärd, väsentligt