Ουσιαστικός στα τσεχικά

Μετάφραση: ουσιαστικός, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
pevný, obsažný, značný, vydatný, výživný, důkladný, zámožný, podstatný, podstatné, podstatná, podstatnou
Ουσιαστικός στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ουσιαστικός

ουσιαστικός αγγλικά, ουσιαστικόσ english, ουσιαστικός νόμος, ουσιαστικός συνώνυμα, ουσιαστικός στα αγγλικά, ουσιαστικός λεξικό γλώσσας τσεχικά, ουσιαστικός στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • ουσιαστικά στα τσεχικά - prakticky, podstatně, v podstatě, podstatě, zásadě, v zásadě, nezbytně
  • ουσιαστικό στα τσεχικά - podstatný, reálný, věcný, skutečný, bytostný, podstatné jméno, noun, ...
  • ουσιώδης στα τσεχικά - elementární, živý, důležitý, nevyhnutelný, zásadní, podstata, nezbytný, ...
  • οφείλω στα τσεχικά - dlužit, vděčit, viset, dluží, dlužím, dlužíme, dlužíte
Τυχαίες λέξεις
Ουσιαστικός στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: pevný, obsažný, značný, vydatný, výživný, důkladný, zámožný, podstatný, podstatné, podstatná, podstatnou