Ουσιαστικός στα γαλλικά

Μετάφραση: ουσιαστικός, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
cossu, massif, riche, considérable, assuré, consistant, aisé, nourrissant, constitutif, substantiel, solide, alimentaire, nutritif, essentiel, opulent, important, substantielle, importante
Ουσιαστικός στα γαλλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ουσιαστικός

ουσιαστικός αγγλικά, ουσιαστικόσ english, ουσιαστικός νόμος, ουσιαστικός συνώνυμα, ουσιαστικός στα αγγλικά, ουσιαστικός λεξικό γλώσσας γαλλικά, ουσιαστικός στα γαλλικά

Μεταφράσεις

  • ουσιαστικά στα γαλλικά - pratiquement, essentiellement, fondamentalement, presque, essentiel, sensiblement, l'essentiel, ...
  • ουσιαστικό στα γαλλικά - réel, important, substantiel, justifier, objectif, nom, subst, ...
  • ουσιώδης στα γαλλικά - principe, nécessaire, cardinal, considérable, essentiel, vivace, fond, ...
  • οφείλω στα γαλλικά - devez, devoir, dois, redevable, devrai
Τυχαίες λέξεις
Ουσιαστικός στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: cossu, massif, riche, considérable, assuré, consistant, aisé, nourrissant, constitutif, substantiel, solide, alimentaire, nutritif, essentiel, opulent, important, substantielle, importante