Τρέφω στα σουηδικά
Μετάφραση: τρέφω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
uppfostra, uppfostran, nära, fostran, foder, matnings, feed, matar
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τρέφω
τρέφω παράγωγα, τρέφω συνώνυμα, τρέφω λεξικό γλώσσας σουηδικά, τρέφω στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- τρένο στα σουηδικά - utbilda, tåg, tåget, järnvägs, train, vid järnvägs
- τρέξιμο στα σουηδικά - löpning, rinnande, igång, kör, driften
- τρέχω στα σουηδικά - rusa, lopp, fart, jaga, slänga, tankstreck, hast, ...
- τρήμα στα σουηδικά - foramen
Τυχαίες λέξεις
Τρέφω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: uppfostra, uppfostran, nära, fostran, foder, matnings, feed, matar
Μεταφράσεις: uppfostra, uppfostran, nära, fostran, foder, matnings, feed, matar