Αναστενάζω στα τούρκικα

Μετάφραση: αναστενάζω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
iç çekiş, sigh, iç çekişi, siir, iç geçiriyorum
Αναστενάζω στα τούρκικα
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αναστενάζω

αναστενάζω αγγλικα, αναστενάζω βγαίνει φωτιά, αναστενάζω βγαίνει φωτιά στιχοι, αναστενάζω και πονώ, αναστενάζω μετάφραση, αναστενάζω λεξικό γλώσσας τούρκικα, αναστενάζω στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • αναστέλλω στα τούρκικα - engellemek, inhibe, inhibe eden, engelleyen, önleyen
  • αναστατώνω στα τούρκικα - heyecanlanmak, fluster, telaşlandırmak, sarhoş etmek, bocalamak
  • αναστεναγμός στα τούρκικα - iç çekiş, sigh, iç çekişi, siir, iç geçiriyorum
  • αναστηλώνω στα τούρκικα - onarmak, çoğaltmak, kaldırmak, yükseltmek, onarılmış, restore, geri, ...
Τυχαίες λέξεις
Αναστενάζω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: iç çekiş, sigh, iç çekişi, siir, iç geçiriyorum