Επιτρέπω στα τούρκικα

Μετάφραση: επιτρέπω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
izin vermek, izin, olanak, izin verir, sağlamak
Επιτρέπω στα τούρκικα
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επιτρέπω

επιτρέπω ουσιαστικό, επιτρέπω αρχικοι χρονοι, επιτρέπω παραγωγα, επιτρέπω συνώνυμα, επιτρέπω αγγλικα, επιτρέπω λεξικό γλώσσας τούρκικα, επιτρέπω στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • επιτιμώ στα τούρκικα - azar, paylama, ayıplama, azarlama, sitem, azarlamak, haşlamak, ...
  • επιτομή στα τούρκικα - özet, epitome, ve Özet, simgesidir, timsalidir
  • επιτρεπτός στα τούρκικα - izin verilebilir, izin verilen, izin, kabul edilebilir, müsaade
  • επιτροπή στα τούρκικα - komisyon, kurul, komite, komitesi
Τυχαίες λέξεις
Επιτρέπω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: izin vermek, izin, olanak, izin verir, sağlamak