Μηχανουργός στα τούρκικα

Μετάφραση: μηχανουργός, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
makinist, machinist, makinistliği, makineci, adet makinist
Μηχανουργός στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μηχανουργός

μηχανουργός ιεκ, μηχανουργός λεξικό γλώσσας τούρκικα, μηχανουργός στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • μηχανικός στα τούρκικα - makinist, mühendis, mühendisi, mühendislik, engineer, bir mühendis
  • μηχανισμός στα τούρκικα - mekanizma, mekanizması, mekanizmasının, bir mekanizma
  • μιαίνω στα τούρκικα - bulaştırmak, kirletmek, kirletmez, kirleten, kirletebilecek, kirletecek
  • μιζέρια στα τούρκικα - sefalet, yoksulluk, misery, sefaletin, sefaleti, mutsuzluk
Τυχαίες λέξεις
Μηχανουργός στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: makinist, machinist, makinistliği, makineci, adet makinist