Μηχανουργός στα τσεχικά

Μετάφραση: μηχανουργός, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
mechanik, strojník, obráběč, obráběč kovů, strojníka, strojníkem
Μηχανουργός στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μηχανουργός

μηχανουργός ιεκ, μηχανουργός λεξικό γλώσσας τσεχικά, μηχανουργός στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • μηχανικός στα τσεχικά - strojvedoucí, mechanik, strojník, technik, strojvůdce, inženýr, inženýrem, ...
  • μηχανισμός στα τσεχικά - mechanismus, mechanismu, mechanizmus, mechanismem
  • μιαίνω στα τσεχικά - znečistit, zamořit, poskvrnit, kontaminovat, nakazit, infikovat, znečišťovat, ...
  • μιζέρια στα τσεχικά - chudoba, trápení, chudost, nouze, ubohost, bída, utrpení, ...
Τυχαίες λέξεις
Μηχανουργός στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: mechanik, strojník, obráběč, obráběč kovů, strojníka, strojníkem