Ανωριμότητα στα ιταλικά

Μετάφραση: ανωριμότητα, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
immaturità, l'immaturità, dell'immaturità, all'immaturità, di immaturità
Ανωριμότητα στα ιταλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανωριμότητα

ανωριμότητα λόγου, ανωριμότητα εγκεφάλου, ανωριμότητα ορισμός, ανωριμότητα παιδιού, ψυχοκινητική ανωριμότητα, ανωριμότητα λεξικό γλώσσας ιταλικά, ανωριμότητα στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • ανυψώνω στα ιταλικά - aumentare, innalzare, alzare, sollevare, rialzare, allevare, ergere, ...
  • ανωμαλία στα ιταλικά - anomalia, un'anomalia, anomalie, di anomalia, anomalia di
  • ανωτερότητα στα ιταλικά - superiorità, la superiorità, di superiorità, una superiorità
  • ανωφελής στα ιταλικά - vano, inservibile, inutile, profitless, senza profitto
Τυχαίες λέξεις
Ανωριμότητα στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: immaturità, l'immaturità, dell'immaturità, all'immaturità, di immaturità