Ανωριμότητα στα σουηδικά

Μετάφραση: ανωριμότητα, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
omogenhet, omognad, omogna, outvecklad, omogen
Ανωριμότητα στα σουηδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανωριμότητα

ανωριμότητα λόγου, ανωριμότητα εγκεφάλου, ανωριμότητα ορισμός, ανωριμότητα παιδιού, ψυχοκινητική ανωριμότητα, ανωριμότητα λεξικό γλώσσας σουηδικά, ανωριμότητα στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • ανυψώνω στα σουηδικά - lyfta, höja, lift, hiss, lyft, hissen
  • ανωμαλία στα σουηδικά - abnormitet, anomali, avvikelse, missförhållande, anomalin, avvikelser
  • ανωτερότητα στα σουηδικά - överlägsenhet, överlägsenheten, överlägsen, överlägsna, överlägset
  • ανωφελής στα σουηδικά - gagn
Τυχαίες λέξεις
Ανωριμότητα στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: omogenhet, omognad, omogna, outvecklad, omogen