Διεύρυνση στα φινλανδικά

Μετάφραση: διεύρυνση, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
laajeneminen, laajennus, laajentamiseen, laajentaminen, laajentamista
Διεύρυνση στα φινλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διεύρυνση

διεύρυνση λεξικο, διεύρυνση συνωνυμο, διεύρυνση μεσοθωρακίου, διεύρυνση υπαραχνοειδούς χώρου, διεύρυνση βικιλεξικο, διεύρυνση λεξικό γλώσσας φινλανδικά, διεύρυνση στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • διευρύνω στα φινλανδικά - laajentaa, avartaa, leventyä, paisuttaa, leventää, levetä, laventaa, ...
  • διεύθυνση στα φινλανδικά - tiedekunta, kirjelmä, hengenlahja, osoite, onnittelukirje, henkilökunta, osoitekirjaasi, ...
  • διηγούμαι στα φινλανδικά - käskeä, määrätä, suhtautua, pakista, tilata, kertoa, haastella, ...
  • διηθώ στα φινλανδικά - filtteri, koetella, rotu, suodin, norua, suodattaa, rasite, ...
Τυχαίες λέξεις
Διεύρυνση στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: laajeneminen, laajennus, laajentamiseen, laajentaminen, laajentamista