Διεύρυνση στα λευκορωσικά

Μετάφραση: διεύρυνση, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
пашырэнне, пашырэньне
Διεύρυνση στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διεύρυνση

διεύρυνση λεξικο, διεύρυνση συνωνυμο, διεύρυνση μεσοθωρακίου, διεύρυνση υπαραχνοειδούς χώρου, διεύρυνση βικιλεξικο, διεύρυνση λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, διεύρυνση στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • διευρύνω στα λευκορωσικά - вывіхнуць, падвярнуць
  • διεύθυνση στα λευκορωσικά - адрас
  • διηγούμαι στα λευκορωσικά - насiць, казаць, дэкламаваць, чытаць, дэкламавала, дэкламавала далей тое самае
  • διηθώ στα λευκορωσικά - пранікаць
Τυχαίες λέξεις
Διεύρυνση στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: пашырэнне, пашырэньне