Διεύρυνση στα πολωνικά
Μετάφραση: διεύρυνση, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
rozbudowa, ekspansja, rozwój, rozszerzenie, ekspansji
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διεύρυνση
διεύρυνση λεξικο, διεύρυνση συνωνυμο, διεύρυνση μεσοθωρακίου, διεύρυνση υπαραχνοειδούς χώρου, διεύρυνση βικιλεξικο, διεύρυνση λεξικό γλώσσας πολωνικά, διεύρυνση στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- διευρύνω στα πολωνικά - poszerzać, rozpęczać, rozprzestrzeniać, pęcznieć, rozszerzać, rozepchać, rozeprzeć, ...
- διεύθυνση στα πολωνικά - rozwiać, zajmowanie, fakultet, adresowanie, zajęcie, odezwa, zwracać, ...
- διηγούμαι στα πολωνικά - wskazać, łączyć, opowiadać, powiedzieć, relacjonować, wykazywać, powiadomić, ...
- διηθώ στα πολωνικά - naderwać, zryw, cedzidło, odcedzić, przecedzać, napiąć, odmiana, ...
Τυχαίες λέξεις
Διεύρυνση στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: rozbudowa, ekspansja, rozwój, rozszerzenie, ekspansji
Μεταφράσεις: rozbudowa, ekspansja, rozwój, rozszerzenie, ekspansji