Εισβολέας στα φινλανδικά
Μετάφραση: εισβολέας, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
hyökkääjä, hyökkääjän, hyökkääjälle, hyökkääjät, hyökkääjää
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εισβολέας
εισβολέας - η μπουμπού του fb, εισβολέας - σε πίνω λίγο λίγο, εισβολέας - eversor το κουτόχορτο στιχοι, εισβολέας & eversor - καμικάζι, εισβολέας - τα παιδικά μου χρόνια, εισβολέας λεξικό γλώσσας φινλανδικά, εισβολέας στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- εισαγωγικός στα φινλανδικά - alustava, johdantokappale, johdanto, johdantolause
- εισβάλλω στα φινλανδικά - loukata, hyökätä, miehittää, valloittaa, vallata, tunkeutua, hyökkäämään, ...
- εισβολή στα φινλανδικά - hyökkäys, invaasio, hyökkäyksen, hyökkäystä, invaasion
- εισιτήριο στα φινλανδικά - pääsylippu, matkalippu, sisäänpääsylippu, lippu, lentolippua, lipun, lippujen, ...
Τυχαίες λέξεις
Εισβολέας στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: hyökkääjä, hyökkääjän, hyökkääjälle, hyökkääjät, hyökkääjää
Μεταφράσεις: hyökkääjä, hyökkääjän, hyökkääjälle, hyökkääjät, hyökkääjää