Εισβολέας στα βουλγαρικά
Μετάφραση: εισβολέας, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
заварчик, хакер, нападател, атакуващият, нападателя, нападателят
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εισβολέας
εισβολέας - η μπουμπού του fb, εισβολέας - σε πίνω λίγο λίγο, εισβολέας - eversor το κουτόχορτο στιχοι, εισβολέας & eversor - καμικάζι, εισβολέας - τα παιδικά μου χρόνια, εισβολέας λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, εισβολέας στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- εισαγωγικός στα βουλγαρικά - уводен, встъпителен, уводна, встъпителна, уводни
- εισβάλλω στα βουλγαρικά - нахлувам, нахлуе, нападне, нахлуе в, нахлуват
- εισβολή στα βουλγαρικά - инвазия, нашествие, нахлуване, инвазията, нахлуването
- εισιτήριο στα βουλγαρικά - билет, билети, билета, билет за, на билети
Τυχαίες λέξεις
Εισβολέας στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: заварчик, хакер, нападател, атакуващият, нападателя, нападателят
Μεταφράσεις: заварчик, хакер, нападател, атакуващият, нападателя, нападателят