Λανθασμένος στα ρουμανικά
Μετάφραση: λανθασμένος, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
greșit, greșită, gresit, rău, neregulă
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λανθασμένος
λανθασμένος κωδικός, λανθασμένος λαθεμένος, λανθασμένος ή λαθεμένος, λάθος λανθασμένος, λανθασμένος συνώνυμο, λανθασμένος λεξικό γλώσσας ρουμανικά, λανθασμένος στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- λαμπυρίζω στα ρουμανικά - strălucire, scânteie, sclipire, scânteiere, scăpărare
- λανθασμένα στα ρουμανικά - în mod incorect, incorect, mod incorect, eronat, mod greșit
- λανολίνη στα ρουμανικά - lanolină, lanolina
- λαξευτής στα ρουμανικά - sculptor, chiseler
Τυχαίες λέξεις
Λανθασμένος στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: greșit, greșită, gresit, rău, neregulă
Μεταφράσεις: greșit, greșită, gresit, rău, neregulă