Λανθασμένος στα ρωσικά
Μετάφραση: λανθασμένος, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
ошибочно, неправильно, вкривь, не так, неправильным, плохого, неправильный
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λανθασμένος
λανθασμένος κωδικός, λανθασμένος λαθεμένος, λανθασμένος ή λαθεμένος, λάθος λανθασμένος, λανθασμένος συνώνυμο, λανθασμένος λεξικό γλώσσας ρωσικά, λανθασμένος στα ρωσικά
Μεταφράσεις
- λαμπυρίζω στα ρωσικά - блеск, сверкание, мерцание, вспышка, мерцать, искриться, сверкают, ...
- λανθασμένα στα ρωσικά - ошибочно, неправильно, вкривь, неверно, некорректно, неправильной
- λανολίνη στα ρωσικά - ланолин
- λαξευτής στα ρωσικά - ваятель, скульптор, ваяние, резчик, мошенник
Τυχαίες λέξεις
Λανθασμένος στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: ошибочно, неправильно, вкривь, не так, неправильным, плохого, неправильный
Μεταφράσεις: ошибочно, неправильно, вкривь, не так, неправильным, плохого, неправильный