Λανθασμένος στα σουηδικά
Μετάφραση: λανθασμένος, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
fel, felaktig, felaktigt, felaktiga, orätt
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λανθασμένος
λανθασμένος κωδικός, λανθασμένος λαθεμένος, λανθασμένος ή λαθεμένος, λάθος λανθασμένος, λανθασμένος συνώνυμο, λανθασμένος λεξικό γλώσσας σουηδικά, λανθασμένος στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- λαμπυρίζω στα σουηδικά - blänka, gnistan, gnistra, sparkle, glitter, gnistrar
- λανθασμένα στα σουηδικά - felaktigt, felaktig, på fel, ett felaktigt, felaktigt sätt
- λανολίνη στα σουηδικά - lanolin
- λαξευτής στα σουηδικά - skulptör, bildhuggare, chiseler
Τυχαίες λέξεις
Λανθασμένος στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: fel, felaktig, felaktigt, felaktiga, orätt
Μεταφράσεις: fel, felaktig, felaktigt, felaktiga, orätt