Λανθασμένος στα ιταλικά
Μετάφραση: λανθασμένος, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
sbagliato, male, errata, sbagliata, torto
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λανθασμένος
λανθασμένος κωδικός, λανθασμένος λαθεμένος, λανθασμένος ή λαθεμένος, λάθος λανθασμένος, λανθασμένος συνώνυμο, λανθασμένος λεξικό γλώσσας ιταλικά, λανθασμένος στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- λαμπυρίζω στα ιταλικά - luccicare, scintillare, brillare, scintilla, sparkle, della scintilla
- λανθασμένα στα ιταλικά - in modo non corretto, errato, in modo errato, erroneamente, correttamente
- λανολίνη στα ιταλικά - lanolina, lanoline, la lanolina, di lanolina
- λαξευτής στα ιταλικά - scultore, chiseler, cesellatore, scalpellino
Τυχαίες λέξεις
Λανθασμένος στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: sbagliato, male, errata, sbagliata, torto
Μεταφράσεις: sbagliato, male, errata, sbagliata, torto