Νόμισμα στα γερμανικά
Μετάφραση: νόμισμα, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
währung, gebräuchlichkeit, umlauf, zahlungsmittel, Währung, Währungs, Wechsel, Devisen
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: νόμισμα
νόμισμα ρουμανίας, νόμισμα ουκρανίας, νόμισμα τσεχίας, νόμισμα σερβίας, νόμισμα ισραήλ, νόμισμα λεξικό γλώσσας γερμανικά, νόμισμα στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- νόμιμα στα γερμανικά - legal, rechtlich, gesetzlich, rechtmäßig, juristisch
- νόμιμος στα γερμανικά - gesetzlich, gesetzmäßig, rechtmäßig, rechtlich, legal, ehrlich, legalisieren, ...
- νόμος στα γερμανικά - jura, gesetz, polizei, rechtswissenschaft, recht, Gesetz, Recht, ...
- νόρμα στα γερμανικά - durchschnitt, mittel, norm, typ, regel, Norm, Regel
Τυχαίες λέξεις
Νόμισμα στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: währung, gebräuchlichkeit, umlauf, zahlungsmittel, Währung, Währungs, Wechsel, Devisen
Μεταφράσεις: währung, gebräuchlichkeit, umlauf, zahlungsmittel, Währung, Währungs, Wechsel, Devisen