Νόμισμα στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: νόμισμα, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
валута, валутата, валутниот, пари, валути
Νόμισμα στα σλαβομακεδονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: νόμισμα

νόμισμα ρουμανίας, νόμισμα ουκρανίας, νόμισμα τσεχίας, νόμισμα σερβίας, νόμισμα ισραήλ, νόμισμα λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, νόμισμα στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • νόμιμα στα σλαβομακεδονικά - законски, правно, легално, закон, законска
  • νόμιμος στα σλαβομακεδονικά - правна, правни, правните, правен, законска
  • νόμος στα σλαβομακεδονικά - законот, јуриспруденција, закон, право, правото, на законот
  • νόρμα στα σλαβομακεδονικά - норма, нормата, правило, норми
Τυχαίες λέξεις
Νόμισμα στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: валута, валутата, валутниот, пари, валути