Νόμισμα στα ισλανδικά

Μετάφραση: νόμισμα, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
gjaldeyrir, gjaldmiðill, mynt, gjaldmiðillinn, gjaldmiðli, gjaldmiðil
Νόμισμα στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: νόμισμα

νόμισμα ρουμανίας, νόμισμα ουκρανίας, νόμισμα τσεχίας, νόμισμα σερβίας, νόμισμα ισραήλ, νόμισμα λεξικό γλώσσας ισλανδικά, νόμισμα στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • νόμιμα στα ισλανδικά - löglega, lagalega, lögum, löglegan
  • νόμιμος στα ισλανδικά - lagalega, löglegur, lagaleg, löglegt, Lagalegir
  • νόμος στα ισλανδικά - lög, lögum, lögmál, Lögin, lögmálið
  • νόρμα στα ισλανδικά - norm, viðmið
Τυχαίες λέξεις
Νόμισμα στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: gjaldeyrir, gjaldmiðill, mynt, gjaldmiðillinn, gjaldmiðli, gjaldmiðil