Βελόνα στα αλβανικά

Μετάφραση: βελόνα, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
gjilpërë, gjilpërës, gjilpëra
Βελόνα στα αλβανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βελόνα

βελόνα και κλωστή, βελόνα ελεύθερου σχεδίου, βελόνα χειρός για δέρμα, βελόνα δολώματος, βελόνα του τατουάζ σε αργή κίνηση, βελόνα λεξικό γλώσσας αλβανικά, βελόνα στα αλβανικά

Μεταφράσεις

  • βελτιώνομαι στα αλβανικά - përmirësoj, bonifikoj
  • βελτιώνω στα αλβανικά - përmirësoj, bonifikoj
  • βενζίνη στα αλβανικά - naftë, benzinë, benzinës, benzina, të benzinës, gazolinë
  • βεντάλια στα αλβανικά - tifoz, tifoz i, fan, ventilatorit, admirues
Τυχαίες λέξεις
Βελόνα στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: gjilpërë, gjilpërës, gjilpëra