Βελόνα στα ιταλικά
Μετάφραση: βελόνα, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
puntina, guglia, ago, dell'ago, aghi, l'ago, spillo
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βελόνα
βελόνα και κλωστή, βελόνα ελεύθερου σχεδίου, βελόνα χειρός για δέρμα, βελόνα δολώματος, βελόνα του τατουάζ σε αργή κίνηση, βελόνα λεξικό γλώσσας ιταλικά, βελόνα στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- βελτιώνομαι στα ιταλικά - migliorare, perfezionare, meliorate, perfezionarsi
- βελτιώνω στα ιταλικά - perfezionare, raffinare, accrescere, aumentare, migliorare, meliorate, perfezionarsi
- βενζίνη στα ιταλικά - benzina, gas, a benzina, di benzina, la benzina, della benzina
- βεντάλια στα ιταλικά - ventilatore, fan, ventola, del ventilatore, ventilatore a
Τυχαίες λέξεις
Βελόνα στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: puntina, guglia, ago, dell'ago, aghi, l'ago, spillo
Μεταφράσεις: puntina, guglia, ago, dell'ago, aghi, l'ago, spillo