Βελόνα στα ισλανδικά
Μετάφραση: βελόνα, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
nál, nálinni, nálin, nálina, nálar
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βελόνα
βελόνα και κλωστή, βελόνα ελεύθερου σχεδίου, βελόνα χειρός για δέρμα, βελόνα δολώματος, βελόνα του τατουάζ σε αργή κίνηση, βελόνα λεξικό γλώσσας ισλανδικά, βελόνα στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- βελτιώνομαι στα ισλανδικά - batna, endurbæta, bæta, meliorate
- βελτιώνω στα ισλανδικά - meliorate
- βενζίνη στα ισλανδικά - gas, bensín, bensíni
- βεντάλια στα ισλανδικά - aðdáandi, viftu, viftan
Τυχαίες λέξεις
Βελόνα στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: nál, nálinni, nálin, nálina, nálar
Μεταφράσεις: nál, nálinni, nálin, nálina, nálar