Βελόνα στα ρουμανικά

Μετάφραση: βελόνα, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
ac, acului, acul, ace, a acului
Βελόνα στα ρουμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βελόνα

βελόνα και κλωστή, βελόνα ελεύθερου σχεδίου, βελόνα χειρός για δέρμα, βελόνα δολώματος, βελόνα του τατουάζ σε αργή κίνηση, βελόνα λεξικό γλώσσας ρουμανικά, βελόνα στα ρουμανικά

Μεταφράσεις

  • βελτιώνομαι στα ρουμανικά - îmbunătăţi, ameliora
  • βελτιώνω στα ρουμανικά - îmbunătăţi, ameliora
  • βενζίνη στα ρουμανικά - benzină, gaz, benzina, benzinei, pe benzina, pe benzină
  • βεντάλια στα ρουμανικά - ventilator, fan, ventilatorului, fan www.norc.ro
Τυχαίες λέξεις
Βελόνα στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: ac, acului, acul, ace, a acului