Βελόνα στα σουηδικά

Μετάφραση: βελόνα, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
barr, nål, nålen, snål, kanylen
Βελόνα στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βελόνα

βελόνα και κλωστή, βελόνα ελεύθερου σχεδίου, βελόνα χειρός για δέρμα, βελόνα δολώματος, βελόνα του τατουάζ σε αργή κίνηση, βελόνα λεξικό γλώσσας σουηδικά, βελόνα στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • βελτιώνομαι στα σουηδικά - förbättra, bättra, meliorate, FÖRBÄTTRA
  • βελτιώνω στα σουηδικά - stegra, förbättra, bättra, öka, meliorate, FÖRBÄTTRA
  • βενζίνη στα σουηδικά - bensin, bensinen, gasoline
  • βεντάλια στα σουηδικά - fläkt, fan, fläkten, intresserad av
Τυχαίες λέξεις
Βελόνα στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: barr, nål, nålen, snål, kanylen