Βελόνα στα φινλανδικά
Μετάφραση: βελόνα, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
havunneula, neula, piruilla, piikitellä, äimä, neulan, neulaa, neula-, neulalla
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βελόνα
βελόνα και κλωστή, βελόνα ελεύθερου σχεδίου, βελόνα χειρός για δέρμα, βελόνα δολώματος, βελόνα του τατουάζ σε αργή κίνηση, βελόνα λεξικό γλώσσας φινλανδικά, βελόνα στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- βελτιώνομαι στα φινλανδικά - kohentaa, parantaa, jalostaa, korjata, auttaa, uudistaa, hioa, ...
- βελτιώνω στα φινλανδικά - puhdistaa, kohentaa, uudistaa, jalostaa, parantaa, hioa, hienosäätää, ...
- βενζίνη στα φινλανδικά - kerskailla, kaasu, bensiini, bensiinin, bensiiniä, bensiinistä, bensiiniin
- βεντάλια στα φινλανδικά - tuuletin, lietsoa, intoilija, fani, puhaltimen, tuulettimen, puhallin
Τυχαίες λέξεις
Βελόνα στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: havunneula, neula, piruilla, piikitellä, äimä, neulan, neulaa, neula-, neulalla
Μεταφράσεις: havunneula, neula, piruilla, piikitellä, äimä, neulan, neulaa, neula-, neulalla