Καταναλώνω στα αλβανικά

Μετάφραση: καταναλώνω, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
konsumoj, konsumojnë, konsumuar, të konsumojnë, të konsumuar
Καταναλώνω στα αλβανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καταναλώνω

καταναλώνω συνώνυμο, καταναλώνω συνώνυμα, καταναλώνω ετυμολογία, καταναλώνω ελληνικά, καταναλώνω άρα υπάρχω, καταναλώνω λεξικό γλώσσας αλβανικά, καταναλώνω στα αλβανικά

Μεταφράσεις

  • κατανέμω στα αλβανικά - racion, racionin, racioneve, racioni, i jap ushqime
  • καταναλωτής στα αλβανικά - konsumator, konsumit, të konsumit, konsumatorit, konsumatori
  • κατανικώ στα αλβανικά - goditje, mat, bëj mat, dështim i plotë
  • κατανομή στα αλβανικά - shpërndarje, ndarja, alokimi, alokimin, Shpërndarja
Τυχαίες λέξεις
Καταναλώνω στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: konsumoj, konsumojnë, konsumuar, të konsumojnë, të konsumuar