Βαφτίζω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: βαφτίζω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
кръщавам, Кристен, Christen, давам име на
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βαφτίζω
βαφτίζω ονειροκριτης, βαφτίζω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, βαφτίζω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- βατόμουρο στα βουλγαρικά - малина, къпина, BlackBerry, къпини, на BlackBerry
- βαφέας στα βουλγαρικά - пума, бояджия, Дайър, Dyer, бояджийски, бояджийска
- βαφτιστήρι στα βουλγαρικά - кръщелниците
- βαφτιστικός στα βουλγαρικά - кръщелник, Godson
Τυχαίες λέξεις
Βαφτίζω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: кръщавам, Кристен, Christen, давам име на
Μεταφράσεις: кръщавам, Кристен, Christen, давам име на