Βαφτίζω στα πορτογαλικά

Μετάφραση: βαφτίζω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
Christen, batizar, kristen, christen o
Βαφτίζω στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βαφτίζω

βαφτίζω ονειροκριτης, βαφτίζω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, βαφτίζω στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • βατόμουρο στα πορτογαλικά - grosa, limar, framboesa, amora preta, BlackBerry, amora, do BlackBerry
  • βαφέας στα πορτογαλικά - pintor, pincel, tintureiro, Dyer, tintureiro de, do tintureiro, O tintureiro
  • βαφτιστήρι στα πορτογαλικά - afilhados, godchildren, afilhado, afilhadas
  • βαφτιστικός στα πορτογαλικά - afilhado, Godson, do Godson, o Godson, Godson do
Τυχαίες λέξεις
Βαφτίζω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: Christen, batizar, kristen, christen o