Βαφτίζω στα ρωσικά
Μετάφραση: βαφτίζω, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
крестить, Christen, Кристен, Крестят
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βαφτίζω
βαφτίζω ονειροκριτης, βαφτίζω λεξικό γλώσσας ρωσικά, βαφτίζω στα ρωσικά
Μεταφράσεις
- βατόμουρο στα ρωσικά - малина, ежевика, BlackBerry, ежевики, для BlackBerry, ежевикой
- βαφέας στα ρωσικά - маляр, фалинь, художник, раскраска, художница, живописец, красильщик, ...
- βαφτιστήρι στα ρωσικά - крестник, крестница, крестников
- βαφτιστικός στα ρωσικά - крестник, Godson, Годсон
Τυχαίες λέξεις
Βαφτίζω στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: крестить, Christen, Кристен, Крестят
Μεταφράσεις: крестить, Christen, Кристен, Крестят