Βαφτίζω στα εσθονικά
Μετάφραση: βαφτίζω, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
ristima, Christen, nime andma, nimeks andma, Kasta
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βαφτίζω
βαφτίζω ονειροκριτης, βαφτίζω λεξικό γλώσσας εσθονικά, βαφτίζω στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- βατόμουρο στα εσθονικά - vaarikas, keelepuristamine, murakas, Blackberry, muraka, kitsemurakas, põldmarja
- βαφέας στα εσθονικά - maalikunstnik, maaler, värval, Värjäri, Dyer, värvija, Dyeri
- βαφτιστήρι στα εσθονικά - ristilaps, godchildren, ristilast
- βαφτιστικός στα εσθονικά - ristipoeg, partnerlus poeg, Godson
Τυχαίες λέξεις
Βαφτίζω στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: ristima, Christen, nime andma, nimeks andma, Kasta
Μεταφράσεις: ristima, Christen, nime andma, nimeks andma, Kasta