Βαφτίζω στα ισλανδικά
Μετάφραση: βαφτίζω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Christen
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βαφτίζω
βαφτίζω ονειροκριτης, βαφτίζω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, βαφτίζω στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- βατόμουρο στα ισλανδικά - BlackBerry, brómber, brómberjum, BlackBerry.Fá
- βαφέας στα ισλανδικά - DYER
- βαφτιστήρι στα ισλανδικά - godchildren
- βαφτιστικός στα ισλανδικά - Guðsonur, Styrktarbarni
Τυχαίες λέξεις
Βαφτίζω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: Christen
Μεταφράσεις: Christen