Βαφτίζω στα τούρκικα
Μετάφραση: βαφτίζω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
vaftiz etmek, açılışını yapmak, Christen, vaftiz, ilk defa kullanmak
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βαφτίζω
βαφτίζω ονειροκριτης, βαφτίζω λεξικό γλώσσας τούρκικα, βαφτίζω στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- βατόμουρο στα τούρκικα - böğürtlen, blackberry, BlackBerry®
- βαφέας στα τούρκικα - ressam, boyacı, dyer, dyer ve, boyacının, bir boyacı
- βαφτιστήρι στα τούρκικα - godchildren
- βαφτιστικός στα τούρκικα - vaftiz oğlu, godson, vaftiz, vaftiz oğlum
Τυχαίες λέξεις
Βαφτίζω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: vaftiz etmek, açılışını yapmak, Christen, vaftiz, ilk defa kullanmak
Μεταφράσεις: vaftiz etmek, açılışını yapmak, Christen, vaftiz, ilk defa kullanmak