Ηλεκτρολόγος στα βουλγαρικά
Μετάφραση: ηλεκτρολόγος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
електротехник, с електротехник, техник, електротехника
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ηλεκτρολόγος
ηλεκτρολόγος μηχανικός θέσεις εργασίας, ηλεκτρολόγος παλαιό φάληρο, ηλεκτρολόγος ζωγράφου, ηλεκτρολόγος εργασία, ηλεκτρολόγος μηχανικός, ηλεκτρολόγος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ηλεκτρολόγος στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- ηλεκτροδοτώ στα βουλγαρικά - наелектризира
- ηλεκτροκαρδιογράφημα στα βουλγαρικά - електрокардиограма, електрокардиограмата, ЕКГ, в електрокардиограмата, на ЕКГ
- ηλεκτρονικός στα βουλγαρικά - електронен, Електронната, електронна, електронно, електронни
- ηλιακός στα βουλγαρικά - слънчев, слънчева, слънчевата, соларна, соларната
Τυχαίες λέξεις
Ηλεκτρολόγος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: електротехник, с електротехник, техник, електротехника
Μεταφράσεις: електротехник, с електротехник, техник, електротехника