Ηλεκτρολόγος στα σουηδικά
Μετάφραση: ηλεκτρολόγος, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
elektriker, elinstallatör, elektriker för, installatör, fackman
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ηλεκτρολόγος
ηλεκτρολόγος μηχανικός θέσεις εργασίας, ηλεκτρολόγος παλαιό φάληρο, ηλεκτρολόγος ζωγράφου, ηλεκτρολόγος εργασία, ηλεκτρολόγος μηχανικός, ηλεκτρολόγος λεξικό γλώσσας σουηδικά, ηλεκτρολόγος στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- ηλεκτροδοτώ στα σουηδικά - elektrifierar
- ηλεκτροκαρδιογράφημα στα σουηδικά - elektrokardiogram, EKG, electrocardiogram, elektrokardiogrammet
- ηλεκτρονικός στα σουηδικά - elektronisk, elektroniska, elektroniskt, e
- ηλιακός στα σουηδικά - sol, solenergi, sol-, solar, solcells
Τυχαίες λέξεις
Ηλεκτρολόγος στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: elektriker, elinstallatör, elektriker för, installatör, fackman
Μεταφράσεις: elektriker, elinstallatör, elektriker för, installatör, fackman