Ηλεκτρολόγος στα πολωνικά

Μετάφραση: ηλεκτρολόγος, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
elektrotechnik, elektryk, elektromonter, elektryka, elektrykiem, electrician
Ηλεκτρολόγος στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ηλεκτρολόγος

ηλεκτρολόγος μηχανικός θέσεις εργασίας, ηλεκτρολόγος παλαιό φάληρο, ηλεκτρολόγος ζωγράφου, ηλεκτρολόγος εργασία, ηλεκτρολόγος μηχανικός, ηλεκτρολόγος λεξικό γλώσσας πολωνικά, ηλεκτρολόγος στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • ηλεκτροδοτώ στα πολωνικά - naelektryzować, elektryzować, elektryfikować, zelektryfikować, zelektryzować, elektryzuje
  • ηλεκτροκαρδιογράφημα στα πολωνικά - elektrokardiogram, EKG, Elektrokardiografia, elektrokardiogramu, electrocardiogram
  • ηλεκτρονικός στα πολωνικά - elektroniczny, elektronowy, internetowy, elektroniczne, elektronicznej, elektronicznego, elektroniczna
  • ηλιακός στα πολωνικά - słoneczny, solarny, słonecznej, słoneczna, solar
Τυχαίες λέξεις
Ηλεκτρολόγος στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: elektrotechnik, elektryk, elektromonter, elektryka, elektrykiem, electrician