Ηλεκτρολόγος στα τσεχικά

Μετάφραση: ηλεκτρολόγος, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
elektrikář, elektrikáře, elektrotechnik, elektrikářem
Ηλεκτρολόγος στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ηλεκτρολόγος

ηλεκτρολόγος μηχανικός θέσεις εργασίας, ηλεκτρολόγος παλαιό φάληρο, ηλεκτρολόγος ζωγράφου, ηλεκτρολόγος εργασία, ηλεκτρολόγος μηχανικός, ηλεκτρολόγος λεξικό γλώσσας τσεχικά, ηλεκτρολόγος στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • ηλεκτροδοτώ στα τσεχικά - uchvátit, elektrizovat, zelektrizovat, nabíjí, elektrizuje
  • ηλεκτροκαρδιογράφημα στα τσεχικά - elektrokardiogram, elektrokardiogramu, EKG, electrocardiogram, na elektrokardiogramu
  • ηλεκτρονικός στα τσεχικά - elektronový, elektronický, elektronika, elektronické, elektronická, elektronických, elektronického
  • ηλιακός στα τσεχικά - solární, slunečný, sluneční, Solar, solárních, solárního
Τυχαίες λέξεις
Ηλεκτρολόγος στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: elektrikář, elektrikáře, elektrotechnik, elektrikářem