Ηλεκτρολόγος στα λιθουανικά
Μετάφραση: ηλεκτρολόγος, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
elektrikas, elektriko, elektriką
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ηλεκτρολόγος
ηλεκτρολόγος μηχανικός θέσεις εργασίας, ηλεκτρολόγος παλαιό φάληρο, ηλεκτρολόγος ζωγράφου, ηλεκτρολόγος εργασία, ηλεκτρολόγος μηχανικός, ηλεκτρολόγος λεξικό γλώσσας λιθουανικά, ηλεκτρολόγος στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- ηλεκτροδοτώ στα λιθουανικά - electrifies
- ηλεκτροκαρδιογράφημα στα λιθουανικά - elektrokardiograma, elektrokardiogramos, elektrokardiogramoje, elektrokardiogramą
- ηλεκτρονικός στα λιθουανικά - elektroninis, elektroninių, elektroninės, elektroninė, elektroninio
- ηλιακός στα λιθουανικά - saulės, Solar, saulės energijos, saulės energija, saul
Τυχαίες λέξεις
Ηλεκτρολόγος στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: elektrikas, elektriko, elektriką
Μεταφράσεις: elektrikas, elektriko, elektriką