Ηλεκτρολόγος στα πορτογαλικά

Μετάφραση: ηλεκτρολόγος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
eletricista, electricista, eletricista de, electrician, eletricidade
Ηλεκτρολόγος στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ηλεκτρολόγος

ηλεκτρολόγος μηχανικός θέσεις εργασίας, ηλεκτρολόγος παλαιό φάληρο, ηλεκτρολόγος ζωγράφου, ηλεκτρολόγος εργασία, ηλεκτρολόγος μηχανικός, ηλεκτρολόγος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, ηλεκτρολόγος στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • ηλεκτροδοτώ στα πορτογαλικά - electrificar, electrizar, electricidade, eletrifica, electrifies, eletriza, electrifica, ...
  • ηλεκτροκαρδιογράφημα στα πορτογαλικά - eletrocardiograma, electrocardiograma, eletrocardiograma de, electrocardiogram, de eletrocardiograma
  • ηλεκτρονικός στα πορτογαλικά - electrónico, eletrônico, eletrônica, electrónica, eletrônicos
  • ηλιακός στα πορτογαλικά - solar, solares, energia solar, solar de
Τυχαίες λέξεις
Ηλεκτρολόγος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: eletricista, electricista, eletricista de, electrician, eletricidade