Ικανοποίηση στα βουλγαρικά

Μετάφραση: ικανοποίηση, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
удовлетворение, задоволство, удовлетвореност, удовлетвореността на
Ικανοποίηση στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ικανοποίηση

ικανοποίηση συνώνυμα, ικανοποίηση ασθενών, ικανοποίηση φοιτητών, ικανοποίηση εργαζομένων, ικανοποίηση από την εργασία, ικανοποίηση λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ικανοποίηση στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • ιθύνω στα βουλγαρικά - управията, правило, вземащите, мейкъри, създателите, създателите на, производители
  • ικανά στα βουλγαρικά - способен, в състояние, способни, състояние да, способна
  • ικανοποιημένο στα βουλγαρικά - доволен, доволни, удовлетворени, удовлетворен, удовлетворена
  • ικανοποιημένος στα βουλγαρικά - съдържание, съдържанието, съдържание на, съдържанието на
Τυχαίες λέξεις
Ικανοποίηση στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: удовлетворение, задоволство, удовлетвореност, удовлетвореността на