Καθιστικός στα βουλγαρικά

Μετάφραση: καθιστικός, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
заседание, заседнал, заседналия, заседнал начин, заседнал начин на, заседналия начин
Καθιστικός στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καθιστικός

καθιστικόσ τρόποσ ζωήσ, καθιστικός λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, καθιστικός στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • καθησύχαση στα βουλγαρικά - успокоение, увереност, уверение, уверения, презастраховането
  • καθιερώνω στα βουλγαρικά - канонизирам, прославям, канонизира
  • καθιστώ στα βουλγαρικά - превеждам, направи, правят, оказва, оказват, прави
  • καθοδήγηση στα βουλγαρικά - ръководство, насоки, указания, ориентиране, напътствия
Τυχαίες λέξεις
Καθιστικός στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: заседание, заседнал, заседналия, заседнал начин, заседнал начин на, заседналия начин